Αν αρχίσατε δίαιτα επειδή μπήκε ο καινούργιος χρόνος ή παλεύετε για να διατηρήσετε σταθερό το βάρος σας, θα βρείτε εξαιρετικά χρήσιμα... τα νέα στοιχεία που ανακοίνωσαν Αμερικανοί επιστήμονες.
Σε μελέτη που πραγματοποίησαν κατέληξαν στο συμπέρασμα πως αποτελεί μύθο η άποψη ότι η σύσταση του διαιτολογίου μπορεί να επηρεάσει την ποσότητα του σωματικού λίπους.
Με άλλα λόγια, όταν το θέμα είναι η συσσώρευση ή η μείωση του λίπους στο σώμα, σημασία δεν έχει τι τρώει κανείς, αλλά πόσο τρώει.
Τα ευρήματα αυτά έρχονται να προστεθούν σε εκείνα που θέτουν υπό αμφισβήτηση την θεωρία ότι όποιος θέλει να μειώσει το λίπος στο σώμα του πρέπει να συνδυάζει προσεκτικά πρωτεϊνες, λίπη και υδατάνθρακες.
«Το σώμα των εθελοντών μας ήρθε αντιμέτωπο με πολλές θερμίδες και δεν έδειξε να νοιάζεται για την πηγή της προέλευσής τους», είπε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τζωρτζ Μπρέι, από το Ερευνητικό Βιοϊατρικό Κέντρο Πένινγκτον, στη Λουϊζιάνα. «Σε όλες τις περιπτώσεις αντέδρασε με τον ίδιο τρόπο: αποθήκευσε τις περιττές θερμίδες με μορφή λίπους». Στη μελέτη, που δημοσιεύεται στην «Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας» (JAMA), συμμετείχαν 25 νεαροί, υγιείς άντρες και γυναίκες, οι οποίοι καθημερινά, επί 56 ημέρες, κατανάλωναν 1.000 θερμίδες περισσότερες από το φυσιολογικό για το ύψος και το βάρος τους.
Οι θερμίδες αυτές προέρχονταν από διαιτολόγια με διαφορετική σύνθεση σε ποσοστά πρωτεϊνών και λίπους. Αποτέλεσμα: οι εθελοντές που ακολούθησαν διατροφή φτωχή σε πρωτεϊνες (γάλα, κρέας, γαλακτοκομικά, αυγά, όσπρια) πήραν λιγότερο βάρος απ’ ό,τι όσοι ακολούθησαν διατροφή με φυσιολογική ή υψηλότερη από το φυσιολογικό περιεκτικότητα σε πρωτεϊνες. Ωστόσο, και στις τρεις ομάδες, η αύξηση του λίπους στο σώμα ήταν η ίδια!
Το εύρημα αυτό πρακτικά σημαίνει πως δεν έχει σημασία αν η διατροφή μας περιέχει πολλά ή λίγα λίπη, υδατάνθρακες ή πρωτεϊνες. Αυτό που μετατρέπεται σε σωματικό λίπος είναι οι περιττές θερμίδες. Οι αρμόδιοι υγειονομικοί οργανισμοί συνιστούν να προέρχεται από πρωτεϊνες το 17% έως 21% των θερμίδων που καθημερινά καταναλώνουμε.
«Είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό μήνυμα», σχολίασε ο δρ Φρανσίσκο Λόπεζ-Χιμένεθ, ερευνητής της παχυσαρκίας στην Κλινική Μάγιο, στο Ρότσεστερ, ο οποίος δεν συμμετείχε στη νέα μελέτη. «Η αύξηση του βάρους εξαρτάται κυρίως από τις θερμίδες, ανεξάρτητα από τη σύσταση των γευμάτων». Η μελέτη πάντως είχε ένα ακόμα αρνητικό εύρημα, που αφορούσε την φτωχή σε πρωτεϊνες διατροφή: όσοι την ακολούθησαν, παρουσίασαν μείωση στα επίπεδα της άπαχης μυϊκής μάζας τους.
Αντιθέτως, όσοι έτρωγαν φυσιολογικές ή πάρα πολλές πρωτεϊνες, παρουσίασαν αύξηση στην μυϊκή μάζα τους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό διότι όσο πιο πολλή μυϊκή μάζα έχει κανείς, τόσο περισσότερες καύσεις κάνει. Οι εθελοντές της νέας μελέτης είχαν ηλικία 18 έως 35 ετών και το σωματικό βάρος τους κυμαινόταν από φυσιολογικό έως το όριο της παχυσαρκίας.
Οι άνθρωποι αυτοί πέρασαν 10-12 εβδομάδες στο ερευνητικό κέντρο όπου διεξήχθη η μελέτη και κατανάλωναν τις 1.000 πρόσθετες θερμίδες τις τελευταίες οκτώ εβδομάδες της παραμονής τους εκεί. Όσοι έτρωγαν λίγες πρωτεϊνες, πήραν κατά μέσο όρο 3,7 κιλά. Όσοι έτρωγαν φυσιολογικές πρωτεϊνες περίπου 6,6 κιλά και όσοι έτρωγαν πολλές πρωτεϊνες περίπου 7,3 κιλά.
Όπως όμως προαναφέρθηκε, σε όλες τις ομάδες παρατηρήθηκε η ίδια ακριβώς αύξηση στο σωματικό λίπος – συνεπώς οι εθελοντές που έτρωγαν λίγες πρωτεϊνες, παρουσίασαν μικρότερη αύξηση του σωματικού βάρους τους επειδή έχασαν πολλή μυϊκή μάζα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου