Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2008

Ελληνο - Τουρκικό Λεξικό

παχουλός, -ή, -ό
πα-χου-λός

Μέρος λόγου: επίθετο

αρσενικό: ο παχουλός
θηλυκό: η παχουλή
ουδέτερο: το παχουλό

Τούρκικα: tombul, şişmanca

Δεν υπάρχουν σχόλια: